Ναυτικές Γνώσεις 20.01.2009

Άγκυρες - Ιστορική Αναδρομή τεχνικά στοιχεία


Ιστορική αναδρομή

Είναι πραγματικό δύσκολο να εντοπίσουμε ακριβώς το χρόνο κατά τον οποίο η ανάγκη της αγκυροβολίας έφερε τον προβληματισμό και την δημιουργία των πρώτων αγκυρών. Είναι σίγουρο όμως ότι κατά την ανάπτυξη και διάδοση της ναυσιπλοΐας η ανάγκη αυτή αντιμετωπίσθηκε ως πρακτικό πρόβλημα που αναζητούσε λύση. 

Τα πρώτα στοιχεία για την χρήση αγκυρών βρέθηκαν σε Αιγυπτιακούς τάφους του 2000 π.Χ. Μέσα σε αυτούς ανακαλύφθηκαν μοντέλα πλοίων τα οποία ήταν εφοδιασμένα με κωνικούς πασσάλους και σχοινιά από πάπυρο που χρησίμευαν για αγκυροβολία στις ακτές. Σε μεταγενέστερους τάφους και μνημεία του 1600 π.Χ. βρίσκονται πέτρινες άγκυρες που ουσιαστικά αποτελούν συνήθως στρογγυλές ή πεπλατυσμένες πέτρες με μια τρύπα στην οποία δενόταν το σχοινί. Περίπου από το 1400 π.Χ. παίρνουν την μορφή ενός ανάποδου Τ. Οι μεταγενέστερες αναφορές της 1ης χιλιετηρίδας π.Χ. βρίσκονται στα Ομηρικά Έπη, όπου εξακολουθεί να γίνεται λόγος για χρήση πέτρινων αγκυρών. 

Στο πέρασμα του χρόνου κατασκευές που συνδυάζουν ξύλο και πέτρα (ξύλινο κυρτό σκελετό [αδράχτι] και πέτρινα μπράτσα) χρησιμεύουν ως άγκυρες σε διάφορες περιοχές του κόσμου ενώ μπορεί κανείς να βρει τέτοιες λύσεις ακόμη και σήμερα σε απόμακρες περιοχές. 

Η χρήση σιδερένιων «άγκιστρων» σε συνδυασμό με ξύλο και πέτρα αναφέρεται από αρχαίους έλληνες συγγραφείς περίπου το 500 π.Χ. και σηματοδοτεί μια σημαντική αλλαγή πορείας στον κατασκευαστικό τομέα των αγκυρών με την διάδοση της μεταλλουργίας, καθώς μέχρι στιγμής η λειτουργία των αγκυρών βασιζόταν καθαρά στο βάρος τους ενώ πλέον το ενδιαφέρον μετατοπίζεται στην ικανότητα τους να αγκιστρώνονται στο βυθό με τη δημιουργία «μπράτσων» που εισχωρούν στον πυθμένα της θάλασσας. 

Η άγκυρα με το τυπικό σχήμα που όλοι φέρνουμε στο μυαλό μας, παρουσιάζεται για πρώτη φορά αποτυπωμένη σε αρχαίο Ελληνικό νόμισμα του 375 π.Χ. και λίγο πιο κοντά στα σημερινά πρότυπα, σε ένα Συριακό νόμισμα του 312 π.Χ. Το 300 π.Χ. οι περισσότερες Αθηναϊκές τριήρεις ήταν εφοδιασμένες με άγκυρες βάρους περίπου 200 κιλών, βάρος που ανήκει κυρίως στα πέτρινα μπράτσα τα οποία ήταν εφοδιασμένα με σιδερένια άγκιστρα. 

Η εξέλιξη στο πέρασμα του χρόνου δεν είναι ιδιαίτερα γοργή καθώς μέχρι και το 1400 μ.Χ. δεν θα αλλάξει το βασικό σχήμα του ανάποδου T με συνδυασμό ξύλινου κορμού, στίπου (εγκάρσιου συνήθως μοχλού που χρησιμεύει για την διατήρηση της κλίσης και του προσανατολισμού της άγκυρας σε σχέση με το βυθό) και σιδερένιων μπράτσων ή αποκλειστική χρήση σιδήρου για όλα τα τμήματα της άγκυρας. 

Από το 1400 μέχρι και το 1800 μ.Χ. πραγματοποιούνται διάφοροι πειραματισμοί με την πλάτυνση των μπράτσων, με την αλλαγή των αναλογιών μήκους του κορμού (αδράχτι) και του στίπου σε σχέση με το συνολικό σχήμα της άγκυρας χωρίς ωστόσο κάτι πραγματικά αξιόλογο να καθιερωθεί με εξαίρεση την αργή διάδοση της αλυσίδας στη θέση του σχοινιού καθώς οι τεχνικές αγκυροβολίας βελτιωνόντουσαν. Η απομάκρυνση από τη χρήση του σχοινιού ήταν λογική συνέπεια της ανάπτυξης άλλων υλικών όπως η αλυσίδα και το συρματόσχοινο για ένα απλό λόγο. Το σχοινί όταν τρίβεται στο βυθό της θάλασσας και ειδικά σε αιχμηρούς βράχους, κόβεται. Το συρματόσχοινο που αναπτύχθηκε και παρουσιάστηκε περίπου αυτή τη χρονολογία δεν είναι πρακτικό στη χρήση στο σκάφος και δεν έχει σταθερότητα ως προς το βάρος του καθώς οι δυνάμεις των φορτίων που ασκούνται σε αυτό μεταδίδονται σε όλο το μήκος του από άκρη σε άκρη. Αντίθετα η αλυσίδα που παρουσιάστηκε επίσης αυτή την εποχή, λειτουργεί με την ανεξάρτητη κίνηση του κάθε της κρίκου. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να παρέχει μεν το βάρος της που λειτουργεί αθροιστικά προς όφελος της αγκυροβολίας αλλά και την κίνηση του εκτάματος το οποίο εξυπηρετεί στις συνθήκες του βυθού αλλά και του καιρού τη δεδομένη στιγμή.

Μόλις το 1846 τυποποιείται από το Βρετανικό Βασιλικό Ναυτικό η κλασική άγκυρα που φέρει και αυτή την ονομασία (Αγγλικού ναυαρχείου) με την χρήση μόνο σιδήρου και την αποβολή των ξύλινων τμημάτων που θα διαδοθεί και θα γίνει δημοφιλής τις επόμενες δεκαετίες. Πλέον σήμερα λόγω του «δύσκολου» σχήματος της χρησιμοποιείται μόνο από ψαρόβαρκες ή σαν βοηθητική ή και σε μόνιμα αγκυροβόλια. Το 1859 δημιουργείται η άγκυρα μανιτάρι η οποία ουσιαστικά είναι παραλλαγή της άγκυρας τύπου αγγλικού ναυαρχείου και χρησιμεύει κυρίως για μόνιμα αγκυροβόλια.

Η νεότερες προσπάθειες στο χώρο των αγκυρών αποσκοπούν στη μείωση του όγκου και του βάρους για πιο εύκολη και ακίνδυνη χρήση. Προς αυτό το σκοπό αξιολογείται και αξιοποιείται το σχήμα που προκύπτει από πειραματικές εφαρμογές της εποχής. Έτσι προς το 1900 παρουσιάζονται διάφορες μορφές αγκυρών χωρίς στίπο και την ευρεία χρήση μπράτσων με σχήμα πτερυγίων, σχήμα που εξυπηρετεί τα πλοία της εποχής στην ανάσυρση και αποθήκευση της άγκυρας από τα όκια της πλώρης.

Οι άγκυρες χωρίς στίπο οδηγούν τελικά στο σχεδιασμό της CQR αλλά και της Danforth που δημιουργήθηκαν τη δεκαετία του 1940. Η CQR είναι η πρώτη άγκυρα τύπου αρότρου ενώ μόλις τις τελευταίες δεκαετίες εμφανίστηκαν νεότερου τύπου άγκυρες όπως η Delta, Fortress, Bruce κλπ.


 

Αλυσίδες

Λίγα λόγια για τις αλυσίδες είναι απαραίτητα. Αυτές διακρίνονται σε δύο τύπους. Γαλβανισμένες και ανοξείδωτες. Οι πρώτες είναι σιδερένιες οι οποίες έχουν υποστεί ειδική επεξεργασία (γαλβανισμό) μετά την φάση της κατασκευής τους προκειμένου να αποκτήσουν ιδιότητες που θα τις κάνουν ανθεκτικές στη σκουριά. Οι δεύτερες είναι εξ αρχής κατασκευασμένες από διαφορετικό μείγμα μετάλλων το οποίο τους προσδίδει την ιδιότητα του ανοξείδωτου. Για τα ίδια μεγέθη, έχουν την ίδια περίπου αντοχή σε δυνάμεις, σχεδόν το ίδιο βάρος αλλά φυσικά πολύ διαφορετική τιμή (σχέση τιμής περίπου ένα προς 8). 

Αν κάποιος αναρωτιέται γιατί εκτός από το αισθητικό αποτέλεσμα (η ανοξείδωτη είναι γυαλιστερή εν αντιθέσει με την γαλβανισμένη η οποία είναι ματ) να προτιμήσει την ακριβότερη, η απάντηση είναι απλή. 

Η γαλβανισμένη αλυσίδα λόγω της θερμικής επεξεργασίας που υφίσταται για να αποκτήσει τις ιδιότητες της, αποκτά σημεία τριβής κυρίως στο εσωτερικό των κρίκων της. Τα σημεία αυτά κατά το ντουκιάρισμα της την ώρα της ανάσυρσης από τον πυθμένα, έχουν ως αποτέλεσμα καθώς η αλυσίδα δεν «γλιστράει» να δημιουργείται ένας σωρός τύπου κώνου μέσα στο στρίτσο του σκάφους εγκυμονώντας τον κίνδυνο να μπλοκάρει τον εργάτη όταν φτάσει σε μεγάλο ύψος αν εμείς με το χέρι δεν φροντίσουμε να απλώσουμε την αλυσίδα σε όλο το πλάτος του. 


Ακόμη και αν δεν έχουμε τόση αλυσίδα ή το στρίτσο μας είναι πολύ μεγάλο ώστε ο δημιουργούμενος κώνος να μπλοκάρει τον εργάτη, υπάρχει πάντα ο κίνδυνος σε ένα ξαφνικό κύμα ο κώνος της αλυσίδας να πέσει προς τη μία ή την άλλη πλευρά, μπερδεύοντας και μπλοκάροντας την υπόλοιπη αλυσίδα. Τότε υπάρχει ο ενδεχόμενος κίνδυνος κατά την επόμενη μας αγκυροβολία να αντιμετωπίσουμε δυσκολίες στο σωστό ρίξιμο της αλυσίδας και τελικά να απλώσουμε μικρότερο έκταμα έναντι αυτού που αρχικά υπολογίζαμε για σωστό στη συγκεκριμένη περίπτωση. Η ανοξείδωτη αλυσίδα με τους λείους της κρίκους δεν αντιμετωπίζει πρόβλημα τριβής, είναι ευκολότερη και σωστότερη στο ντουκιάρισμα κατά το μάζεμα και γλιστράει εύκολα κατά το ρίξιμο. Από την άλλη πλευρά όμως και η ανοξείδωτη αλυσίδα πέρα του κόστους μας δημιουργεί ένα σημαντικό πρόβλημα. Αυτό είναι ο αυξημένος κίνδυνος ηλεκτρόλυσης ειδικά στην περίπτωση που η άγκυρα μας δεν είναι επίσης ανοξείδωτη αλλά κατασκευασμένη από άλλου είδους υλικό καθώς η ηλεκτρόλυση διευκολύνεται από την επαφή διαφορετικών υλικών (καθώς αυτά έχουν διαφορετικό βαθμό ηλεκτρολυτικής διάβρωσης μέσα στο θαλασσινό νερό).


 

Υλικό κατασκευής Αγκυρών

Αντίστοιχα με τις αλυσίδες υπάρχουν γαλβανισμένες, ανοξείδωτες αλλά και αλουμινένιες άγκυρες. Σε ότι αφορά την διαφορά μεταξύ των ανοξείδωτων και των γαλβανισμένων αγκυρών ισχύει ότι και για τις αλυσίδες. Ωστόσο πρέπει να πούμε λίγα πράγματα για τις αλουμινένιες οι οποίες κατασκευάζονται με αυτό το υλικό λόγο του μικρού ειδικού βάρους του αλουμινίου το οποίο για τον ίδιο όγκο έχει μικρότερο βάρος. 

Αυτές οι άγκυρες προορίζονται για ειδικές περιπτώσεις όπως τα αγωνιστικά ιστιοπλοϊκά σκάφη ή δεύτερες (μη κύριες) άγκυρες που χρησιμοποιούνται σε προσωρινές αγκυροβολίες. Το μεγάλο τους προσόν είναι το ελαφρύ βάρος τους που σε συνδυασμό με μικρό μήκος αλυσίδας και αγκυρόσχοινο τις καθιστούν ιδανική λύση. (Καλύτερα μάλιστα το αγκυρόσχοινο να είναι από μολυβόσχοινο το οποίο φέρει μολυβένια βαρίδια στο μήκος του και τα τελευταία χρόνια έχει βελτιωθεί πολύ ως προς την αντοχή του αλλά και το ελαστικό τέντωμα [stretching]). 

Στα μειονεκτήματα τους ωστόσο πρέπει να σημειώσουμε ότι καθώς το αλουμίνιο είναι μαλακό υλικό, αυτές οι άγκυρες παθαίνουν ζημιές και σταδιακά καταστρέφονται καθώς χάνουν τα σχεδιαστικά τους χαρακτηριστικά από τα χτυπήματα. Επίσης όπως έλεγε φίλος ιστιοπλόος αυτός ο συνδυασμός είναι ιδανικός για νύχτες με ξενύχτι και απαιτεί σκοπιά τη νύχτα. Αν δεν έχετε αγωνιστικό σκάφος όπου και το τελευταίο γραμμάριο παίζει ρόλο στις επιδόσεις του σκάφους ή αν θέλετε να κοιμάστε ήσυχοι τη νύχτα, μην τις προτιμήσετε.


 

Πίνακας επιλογής μεγέθους άγκυρας

Κάθε τύπος άγκυρας έχει το δικό του πίνακα επιλογής για τον κάθε τύπο και μέγεθος σκάφους. Εμείς προσπαθήσαμε να φτιάξουμε ένα μπούσουλα ελαχίστων μεγεθών που θα σας βοηθήσει να επιλέξετε με ασφάλεια την άγκυρα του σκάφους σας.


 

Βάρος Αγκυρας

10 kg

12 kg

15 kg

18 kg

20kg

30 kg

Σκάφος Πλαναρίσματος

10 m

12 m

15 m

18 m

20 m

22 m

Σκάφος Ημιεκτοπίσματος

10 m

12 m

14 m

16 m

18 m

20 m

Σκάφος Εκτοπίσματος

8 m

10 m

12 m

14 m

16 m

18 m



 

Τα μεγέθη των αλυσίδων

Οι αλυσίδες κατηγοριοποιούνται ανάλογα με τη διάμετρο του κρίκου τους. Κατασκευάζονται με προδιαγραφές σε πολλούς διαφορετικούς τρόπους τυποποίησης (όπως ISO, DIN, BBB, κλπ) και έτσι πρέπει να προσέξουμε εκτός από το πάχος του κρίκου της επίσης το μήκος του να είναι κατάλληλο για τη σκρόφα του εργάτη μας.


 

Το τυπικό βάρος αλυσίδας ανά κατηγορία μεγέθους:

Κρίκος 6 χιλ.

0,8 Κιλά / Μέτρο

Κρίκος 8 χιλ.

1,4 Κιλά / Μέτρο

Κρίκος 10 χιλ.

2,2 Κιλά / Μέτρο


 

Τι είναι ο γαλβανισμός

Γαλβανισμός είναι η διαδικασία κατά την οποία ένα αντικείμενο από σίδερο (η σιδερένια αλυσίδα στην περίπτωση που συζητούμε) βαπτίζεται σε ένα θερμό μπάνιο ψευδαργύρου (τσίγκου), αμέσως μετά ψύχεται σε κρύο νερό και στη συνέχεια στεγνώνει σε περιβάλλον ξηρού αέρα. Μετά το πέρας της διαδικασίας το αντικείμενο φέρει όλες του τις επιφάνειες καλυμμένες με ένα λεπτό στρώμα ψευδαργύρου το οποίο του προσδίδει αντοχή στη σκουριά. Ωστόσο χρειάζεται προσοχή στην επιλογή ενός γαλβανισμένου εξαρτήματος (ή της αλυσίδας στη συγκεκριμένη περίπτωση) καθώς σε πολλές περιπτώσεις ο γαλβανισμός δεν γίνεται με την εμβάπτιση σε καθαρό ψευδάργυρο (τσίγκο) αλλά σε μίγμα ψευδαργύρου - αλουμινίου (συνηθέστερα) ή και άλλων φθηνότερων υλικών. Σαν αποτέλεσμα, ο γαλβανισμός δεν διαρκεί το χρονικό διάστημα που θα κρατούσε αν το μίγμα ήταν καθαρός ψευδάργυρος για παράδειγμα 20 - 30 χρόνια (υποθετικός χρόνος αντοχής) αλλά περίπου τα μισά. Πρακτικός τρόπος να καταλάβουμε τη διαφορά δυστυχώς δεν υπάρχει παρά η χρήση στο πέρασμα του χρόνου. Ωστόσο αν δείτε μια γαλβανισμένη αλυσίδα να γυαλίζει πολύ (χαρακτηριστικό του αλουμινίου) καλύτερα να ζητήσετε και μια δεύτερη γνώμη.