Ξεκινάμε από εδώ 22.08.2011

Τα κριτήρια για να επιλέξουμε το ιδανικό σκάφος


Το μικρό σκάφος κλειστής θάλασσας, που μπορεί να μεταφερθεί πάνω σε trailer είναι ο πιο προσιτός οικονομικά τύπος και φυσικά έχει πολλούς φίλους. Το καλοκαίρι, χιλιάδες τέτοια σκαφάκια, μεταφέρονται πάνω σε trailers στα εξοχικά και τις διάφορες παραλίες, για να προσφέρουν στους ιδιοκτήτες και την παρέα τους μια ευχάριστη θαλασσινή βόλτα, ένα μπάνιο μακριά από τα πλήθη, ακόμα και ένα ψάρεμα. Πόσο γνωστό είναι όμως το μικρό ταχύπλοο σκαφάκι στο ευρύτερο κοινό;

Όλα τα μικρά πολυεστερικά ταχύπλοα είναι το όνειρο για τους περισσότερους φίλους της θάλασσας, ένα όνειρο όμως απόλυτα προσιτό στα περισσότερα βαλάντια. Ένα δίπλωμα ταχυπλόου και αμέσως αρχίζει η θαλασσινή ζωή, που συνήθως οδηγεί σε κάποιο μεγαλύτερο και ακόμα μεγαλύτερο με την πάροδο των χρόνων και την απόκτηση της απαιτούμενης πείρας. Οι εμπειρίες έρχονται με τα χρόνια στη θάλασσα, τι γίνεται όμως όταν είμαστε ακόμα πρωτάρηδες; Με ποια κριτήρια επιλέγουμε ένα σκάφος που μεταφέρεται με trailer; Το στυλ, η ποιότητα, η ταχύτητα, οι ανέσεις και η τιμή είναι αρκετά για μια σωστή επιλογή; Εμείς θα λέγαμε όχι. Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή.

Η θάλασσα είναι γένους θηλυκού και έχει πολλές εναλλαγές στη συμπεριφορά της (ας μας συγχωρέσουν οι αναγνώστριές μας για τον παραλληλισμό, που άλλωστε δεν είναι δικός μας). Άλλοτε είναι γαλήνια, ρομαντική και φιλόξενη και άλλοτε μπορεί να ξεσπάσει δείχνοντας την κακή της πλευρά, όταν δεν την υπολογίζουμε και δεν τη σεβόμαστε. Επιλέγοντας ένα μικρό ταχύπλοο, θα πρέπει να λάβουμε υπόψη μας πως μπορεί κάποια στιγμή, να χρειαστεί να αντιμετωπίσουμε με ασφάλεια και άνεση τα καπρίτσια της. Συνήθως δεν βγαίνουμε με ένα σκαφάκι αυτού του τύπου στο ανοικτό πέλαγος, όμως και η κλειστή θάλασσα μπορεί να μας ταλαιπωρήσει αρκετά. Τα πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα, λοιπόν, ενός μικρού ταχύπλοου δεν περιορίζονται στα παραπάνω κριτήρια αλλά και σε άλλα, που αφορούν καθαρά τη σχεδίαση του σκάφους και τα οποία θα προσπαθήσουμε να αναλύσουμε εδώ.

Ας ξεκινήσουμε από το σχήμα της γάστρας και του κύτους γενικότερα.  Το σκάφος μπορεί να είναι πολύ φαρδύ ή πολύ στενό. Είναι μια σχέση, στην οποία αναφερόμαστε πάντα σε κάθε δοκιμή ή γνωριμία με σκάφη κάθε μεγέθους και την οποία λέμε «σχέση μήκους/πλάτους». Ιδιαίτερα στα ταχύπλοα έχει μεγάλη σημασία, ειδικά όταν θα πρέπει να ταξιδέψουμε αργά λόγω καιρού. Η σχέση αυτή μας δίνει ένα συντελεστή που εκφράζει το μήκος σε σχέση με το πλάτος. Για παράδειγμα, ένα σκάφος μήκους 7 μέτρων και πλάτους 1,75 μέτρων έχει συντελεστή 4 (7 δια  1,75 = 4). Σκάφη με συντελεστή μικρότερο από 3, δηλαδή πολύ φαρδιά σκάφη, είναι δύσκολο να ταξιδέψουν άνετα σε κάποια ξαφνική κακοκαιρία και ειδικά όταν πρέπει να πάνε πάνω στον καιρό.  Κάποτε, ο υπογράφων άκουσε εκ στόματος πωλητού σε ναυτικό σαλόνι τη φράση «τα σκάφη μας δεν ορτσάρουν…»  και φυσικά η φράση αυτή έμεινε ανέκδοτο.

Σκάφη με συντελεστή μεγαλύτερο από 4, δηλαδή στενά σκάφη, τιμονεύονται πολύ πιο εύκολα, αλλά μποτζάρουν πολύ περισσότερο. Αν και το μποτζάρισμα δεν είναι απαραίτητα και επικίνδυνο, μερικές φορές προκαλεί φόβο και είναι δυσάρεστο στο… στομάχι των πιο άπειρων στη θάλασσα.

Το σχήμα της πλώρης παίζει επίσης ένα σημαντικό ρόλο στο κράτημα της θάλασσας, όταν έχει τα μπουρίνια της. Στο σχήμα 1 βλέπουμε δύο χαρακτηριστικές πλώρες την Α με κοίλο το τμήμα που βρίσκεται κάτω από την ίσαλο και τη Β με κυρτό. Στην περίπτωση Α το σκάφος δεν τιμονεύεται εύκολα και μπορεί να κάνει broach στο κύμα (ανεξέλεγκτη στροφή, με την πλευρά πάνω στο κύμα λόγω ανυπακοής κυρίως στο τιμόνι). Στην περίπτωση Β, το πλωριό τμήμα της γάστρας έχει κυρτό σχήμα, που δεν επηρεάζει το τιμόνεμα. Επίσης, στην περίπτωση Β βλέπουμε τα έξαλα της πλώρης να «βγαίνουν» περισσότερο προς τα έξω, πράγμα που προσφέρει επιπλέον θετική πλευστότητα, όταν το σκάφος βουτάει στο κύμα. Ο τύπος αυτός της πλώρης (περίπτωση Β) είναι και ο πλέον ενδεδειγμένος γιατί δεν φέρνει πολύ νερό από το κύμα πάνω στο σκάφος αλλά το εξοστρακίζει.

Τα έξαλα (το τμήμα του κύτους, πάνω από την ίσαλο), έχουν και αυτά κάποια θετική ή αρνητική προσφορά στο καλοτάξιδο του σκάφους. Το ιδανικό για ένα σκάφος είναι να έχει έξαλα, ούτε πολύ υψηλά (όπως θα σκεπτόταν κάποιος), ούτε πολύ χαμηλά (που είναι απόλυτα φυσικό για ένα «στεγνό» κατάστρωμα). Η χρυσή τομή είναι αυτό που θα πρέπει να προσέξουμε. Υψηλά έξαλα, ειδικά πλώρα, δίνουν μεγαλύτερη αντίσταση στον αέρα, κάνοντας το σκάφος να μην τιμονεύεται εύκολα. Για τον ίδιο λόγο καλό είναι να αποφεύγουμε τις πολύ υψηλές υπερκατασκευές που προεξέχουν πολύ από το επίπεδο του καταστρώματος. Η καμπυλότητα επίσης του καταστρώματος στην πλώρη, που βλέπουμε συχνά σε σκάφη επιδόσεων και αγώνων, δεν είναι το ιδανικό σχήμα για το μικρό ταχύπλοο αναψυχής. Το σχήμα αυτό κάνει το σκάφος να «καρφώνεται» στο επερχόμενο κύμα, χωρίς να έχει στο τιμόνι τον έμπειρο κυβερνήτη αγώνων… που σίγουρα δεν είναι ένας πρωτάρης.

Στο χώρο διακυβέρνησης θα πρέπει να προσέξουμε πολύ, γιατί από πολύ μικρά στοιχεία μπορούμε να αντλήσουμε μεγαλύτερη άνεση και ασφάλεια. Ο ευαίσθητος αυτός χώρος θα πρέπει να είναι καλά προφυλαγμένος και να έχει πολύ καλή ορατότητα προς όλες τις κατευθύνσεις, ενώ σαν απαραίτητο συμπλήρωμα θα πρέπει να διαθέτει άριστους καθαριστήρες στο παρμπρίζ.  Φυσικά, ανάλογα πάντα με το μέγεθος του σκάφους, ένα καλό και «δεμένο» hardtop  θα ήταν ιδανικό συμπλήρωμα.

Το παρμπρίζ επίσης θα πρέπει να είναι κυρίως λειτουργικό, παρά «αεροδυναμικό» με έντονες κούρμπες, πάνω στις οποίες δεν λειτουργούν σωστά οι καθαριστήρες. Το Α και  το Ω της ασφάλειας στο κόκπιτ είναι οι στρατηγικά τοποθετημένες χειρολαβές, από τις οποίες κρατιόμαστε γερά και σταθερά (και όχι από το παρμπρίζ).

Η πρόσβαση από το κόκπιτ στην πλώρη έχει μεγάλη σημασία για την ασφάλεια των επιβαινόντων. Η πρόσβαση από το ανοιγόμενο τμήμα του παρμπρίζ δεν είναι βέβαια ότι καλύτερο, αλλά είναι πολλές φορές αναπόφευκτο.

Δεξιά και αριστερά από το κόκπιτ υπάρχει, ανάλογα με το μοντέλο, κάποιος διάδρομος. Στην περίπτωση αυτή προσέχουμε να έχει αρκετό φάρδος για σίγουρο πάτημα, χειρολαβές καλά στερεωμένες και φυσικά πολύ καλή αντιολισθητική ικανότητα.

Το απαραίτητο συμπλήρωμα της πλώρης είναι το μπαλκόνι. Η καλή ποιότητα και η στερέωση είναι τα δύο βασικά στοιχεία του, σε συνδυασμό με το ύψος του. Μπαλκόνι χαμηλότερο από το ύψος του γόνατου δεν εμπνέει εμπιστοσύνη στο άτομο, που θα δουλέψει στην πλώρη, όταν η θάλασσα έχει τα κέφια της. Ένα τεράστιο κόκπιτ δεν είναι καθόλου πλεονέκτημα στη φουρτούνα, ειδικά όταν έχουμε τον καιρό από την πρύμη και το κύμα καβαλάει μέσα. Ένα μέτριο σε βάθος κόκπιτ (ούτε πολύ ρηχό αλλά ούτε πολύ βαθύ), είναι η καλύτερη επιλογή μας. Παρόλο που τα σύγχρονα κόκπιτ είναι αυτοστραγγιζόμενα ή τα νερά φεύγουν από την πρύμη ή τις μπάντες, τα μπούνια και τα ανοίγματα δεν είναι συνήθως αρκετά για να προλάβουν να φύγουν τα νερά, όταν το επίπεδο του κόκπιτ βρίσκεται πάνω από την ίσαλο.

Το καλά αυτοστραγγιζόμενο κόκπιτ δεν είναι βέβαια αρκετό αν τα νερά βρίσκουν δίοδο προς το εσωτερικό του σκάφους. Προσέχουμε, λοιπόν το σκάφος να έχει πολύ καλή υδατοστεγή προστασία προς την καμπίνα. Η μπαταρία θα πρέπει να βρίσκεται αρκετά πιο ψηλά από το επίπεδο του κόκπιτ, άσχετο αν είναι τοποθετημένη μέσα σε ειδική θήκη. Το εσωτερικό του σκάφους θα πρέπει επίσης να πληροί ορισμένους όρους ασφαλείας. Οι πολλές «γωνίες» είναι μειονέκτημα, ενώ οι χειρολαβές είναι ένα μεγάλο συν στην επιλογή μας.

Ένα μικρό σκαφάκι, άσχετα με το μέγεθός του, δεν είναι πάντα αυτό που βλέπουμε. Όπως είδαμε παραπάνω, μερικά πολύ μικρά στοιχεία στη σχεδίασή του μπορούν να κάνουν τη διαφορά ακόμα και στην ασφάλεια της πλεύσης. Όπως, διαπιστώσαμε, αυτά που πολλές φορές δεν παρατηρούμε, είναι τα σημεία, που αφορούν στο καλοθάλασσο του σκάφους της επιλογής μας. Και φυσικά λόγω χώρου, δεν επεκταθήκαμε στις γραμμές της γάστρας, γιατί και αυτές έχουν τα θετικά και αρνητικά τους σημεία. Δυστυχώς στη θάλασσα πρέπει να κάνουμε πολλούς συμβιβασμούς, ανάλογα με την πείρα, τις ανάγκες και τις απαιτήσεις μας. Το τέλειο σκάφος είναι μία εντελώς υποκειμενική έννοια και αυτό θα πρέπει να γίνει κατανοητό απ’ όλους μας. Κανένας, όμως, συμβιβασμός δεν θα πρέπει να γίνει σε ότι έχει σχέση με την ασφάλεια μας άσχετα αν δεν προτιθέμεθα να βγούμε ποτέ στο ανοικτό πέλαγος. Τη θάλασσα δεν πρέπει να τη φοβόμαστε αλλά να τη σεβόμαστε…

Του Ιάσονα Θαλασσινού

Το διαβάσαμε στο ortsa.gr